Σύσπαση Βλεφάρου


Εδώ το άνω βλέφαρο ανεβαίνει ή το κάτω κατεβαίνει, με αποτέλεσμα να διευρύνεται η βλεφαρική σχισμή. Συνήθως προκαλείται σε συνδυασμό με πάθηση του Θυρεοειδή Αδένα (Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια). Κι εδώ απαιτείται συστηματική διερεύνηση.

Η ανάσπαση του άνω βλεφάρου συχνότερα και η κατάσπαση του κάτω βλεφάρου είναι χαρακτηριστικά σημεία της θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας. Η ανάσπαση του άνω βλεφάρου έχει σαν αποτέλεσμα να «ανέβει» το άνω βλέφαρο και να δημιουργείται ένα «γουρλωμένο» βλέμμα στους ασθενείς αυτούς. Προκαλείται ξηρότητα του βολβού (αφού εκτίθεται περισσότερο) και έκθεση του κερατοειδή, αλλά και αισθητική μεταβολή της εικόνας του ασθενή. Η χειρουργική αποκατάσταση έγκειται στη μετάθεση του ανελκτήρα του άνω βλεφάρου ή στην εκτομή του μυ του Muller (πρόκειται για μυς που ανεβάζουν το άνω βλέφαρο). Για την περίπτωση του κάτω βλεφάρου μπορεί να χρειαστεί και η ένθεση κάποιου υλικού για την ανόρθωσή του.

Η επέμβαση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία και ήπια μέθη. Σε περίπτωση που ο ασθενής βρίσκεται υπό αγωγή με αντιπηκτικά ή αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα, είναι καλύτερο να τα διακόψει για 7 ημέρες πριν το χειρουργείο, πάντα σε συνεννόηση με το θεράποντα ιατρό. Αν απαιτείται, μπορεί να αντικατασταθούν τα συγκεκριμένα φάρμακα για τις 7 ημέρες. Άλλα φάρμακα που μπορεί να επιτείνουν μια αιμορραγία είναι τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη.

Όπως πάντα μετά από χειρουργεία των βλεφάρων, έτσι και στην περίπτωση αυτή δημιουργείται εκχύμωση και οίδημα στη χειρουργημένη περιοχή. Η εκχύμωση μπορεί να παραμείνει για 1-3 εβδομάδες και το οίδημα για 1-2 εβδομάδες. Άλλες επιπλοκές μπορεί να είναι η μειωμένη διόρθωση όπου απαιτείται δεύτερο χειρουργείο, ή η υπερβολική διόρθωση (προκαλώντας πτώση βλεφάρου)