Ξηροφθαλμία


Τα δάκρυα αποτελούν ένα πολύπλοκο σύνολο θρεπτικών ουσιών, απαραίτητο για τη φυσιολογική όραση. Η Ξηροφθαλμία αποτελεί μία δυνητικά σοβαρή κατάσταση, την οποία δεν πρέπει να αγνοούμε.

Σε φυσιολογικές συνθήκες στην επιφάνεια του ματιού επικάθεται η δακρυϊκή στιβάδα που έχει σαν ρόλο να τρέφει, να ενυδατώνει και να προστατεύει. Στην ξηροφθαλμία η δακρυϊκή στιβάδα εξατμίζεται και λεπταίνει. Ακόμη και η ήπια ξηροφθαλμία δημιουργεί συμπτώματα, όπως θόλωση της όρασης, πόνος, αίσθημα ξένου σώματος, και δυσανεξία στο φως, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα ζωής του ασθενή. Ένα πολύ συχνό σύμπτωμα της ξηροφθαλμίας, παραδόξως, είναι η δακρύρροια. Αυτό συμβαίνει γιατί τα δάκρυα εξατμίζονται, και το μάτι αντιδραστικά παράγει επιπλέον δάκρυα, τα οποία δεν είναι καλής “ποιότητας”.

Η αντιμετώπισή της είναι απαραίτητη, καθώς σε επίμονες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα. Η σοβαρή ξηροφθαλμία συναντάται συνήθως σε συνύπαρξη με άλλες παθολογίες οφθαλμικές ή συστηματικές, και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε μόνιμη θόλωση της όρασης αν δεν αντιμετωπισθεί. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις, η ξηροφθαλμία σχετίζεται με συστηματικές αυτοάνοσες παθήσεις, επομένως η συστηματική διερεύνηση είναι απαραίτητη.

Η διάγνωση της ξηροφθαλμίας γίνεται με τον έλεγχο στη σχισμοειδή λυχνία. Άλλες περισσότερο εξειδικευμένες διαγνωστικές εξετάσεις είναι to Schirmer test και ο χρόνος διάσπασης του δακρυϊκού φίλμ (brake up time–BUT). Σε περίπτωση που υπάρχει υποψία συστηματικού αυτοάνοσου νοσήματος, τότε απαιτείται ανάλογος εργαστηριακός ανοσολογικός έλεγχος.

Η θεραπεία της ξηροφθαλμίας είναι σε αρχική φάση με τεχνητά δάκρυα (σε σταγόνες ή gel), τα οποία είναι ουσίες με σύσταση πολύ κοντινή σε αυτή των πραγματικών δακρύων. Αυτά ενυδατώνουν το μάτι και βοηθούν να διατηρείται ενυδατωμένο για κάποιο χρονικό διάστημα. Μία άλλη θεραπευτική επιλογή είναι το κλείσιμο των δακρυϊκών αγωγών (με τα punctual plugs), έτσι ώστε να μην απομακρύνονται τα δάκρυα, και να παραμένουν στην επιφάνεια του ματιού. Αυτά μπορεί να είναι μόνιμα ή προσωρινά.