Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια


Η Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια είναι η πάθηση των οφθαλμών που σχετίζεται με τη νόσο Graves’ του θυρεοειδή αδένα.

Η Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια αποτελεί μια από τις συχνότερες παθήσεις του οφθαλμικού κόγχου. Πρόκειται για μια πάθηση που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μεταβολή της εμφάνισης του προσώπου των πασχόντων. Επίσης ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό ασθενών δυνητικά μπορεί να παρουσιάσει μόνιμη βλάβη του οπτικού νεύρου με απώλεια της όρασής του. Συγκεκριμένα, το 5% των ασθενών με Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια είναι πιθανό να εμφανίσει σοβαρής μορφής νόσο, η οποία είναι απειλητική για την όραση. Η μέση ηλικία εμφάνισης είναι τα 49 έτη και είναι πιο συχνή στις γυναίκες. Στους άντρες όμως η νόσος μπορεί να είναι πιο σοβαρή και πιο συχνά καταλήγει να απειλεί την όραση.

Κατά την τυπική πορεία της Θυρεοειδικής Οφθαλμοπάθειας, ο ασθενής οδηγείται σε μεγάλο ποσοστό σε αυτόματη βελτίωση μόνο με τη λήψη θεραπείας για τον υπερθυρεοειδισμό. Όμως, όπως αναφέρθηκε, σε ένα 22% των ασθενών δεν παρατηρείται βελτίωση. Σε ένα 13,5% παρατηρείται επιδείνωση, ενώ στο 3-5% η νόσος είναι σοβαρής μορφής, δηλαδή εξελίσσεται ταχύτατα και είναι απειλητική για την όραση.

Συμπτώματα
Το 40% των ασθενών με Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια εμφανίζει συμπτώματα όπως αίσθηση ξένου σώματος, φωτοφοβία και έντονη δακρύρροια. Επίσης συχνή είναι η παρουσία οπισθοβολβικού πόνου ή πόνου κατά την κίνηση του βολβού. Σε πιο προχωρημένα στάδια της νόσου, παρατηρείται διπλωπία, αρχικά όταν ο ασθενής είναι κουρασμένος, όταν κοιτάζει σε ακραία βλεμματική θέση, και αργότερα και στην πρωτεύουσα βλεμματική θέση. Λιγότεροι από 5% των ασθενών αναφέρουν διαταραχές της όρασης όπως θολή όραση, σκοτώματα, διαταραχή της έγχρωμης όρασης.

Σημεία
Κατά την κλινική εξέταση του ασθενή με Θυρεοειδική Οφθαλμοπάθεια, το συχνότερο σημείο το οποίο παρατηρείται είναι η σύσπαση του άνω βλεφάρου, με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται το άνω τμήμα του κερατοειδή απ’ το βλέφαρο (όπως συμβαίνει φυσιολογικά). Η ανάσπαση του άνω βλεφάρου μπορεί να συνοδεύεται από «γούρλωμα» (σημείο Dalrymple) ή φοβισμένη εμφάνιση των ματιών κυρίως κατά την προσήλωση (σημείο Kocher). Επίσης συνήθως συνοδεύεται από λαγόφθαλμο, δηλαδή την αδυναμία για πλήρη σύγκλειση των βλεφάρων. Επίσης χαρακτηριστικό σημείο της νόσου είναι ο εξόφθαλμος (40-70 %). Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η συνεχής έκθεση του κερατοειδή, που χωρίς την προστασία που προσφέρει το κλείσιμο των βλεφάρων θα εμφανίσει στικτή απόπτωση του επιθηλίου. Σε προχωρημένες καταστάσεις που δεν αντιμετωπίζονται, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική βλάβη του κερατοειδή. Η φωτοφοβία, η υπερβολική δακρύρροια, η διπλωπία και η προσβολή του κερατοειδή αποτελούν συχνότερες αιτίες θάμβους της όρασης. Σημεία που αφορούν τους περιοφθαλμικούς ιστούς (34-72% των ασθενών) εμφανίζονται νωρίς και μπορεί να προκαλέσουν μεγάλου βαθμού παραμόρφωση. Παρατηρούνται κυρίως ερυθρότητα του βολβού και οίδημα των βλεφάρων. Επίσης κοινό σημείο της Θυρεοειδικής Οφθαλμοπάθειας είναι ο περιορισμός της δυνατότητας κίνησης του βολβού, λόγω της προσβολής από τη νόσο των μυών που κινούν το βολβό του οφθαλμού. Αποτέλεσμα είναι η διπλωπία. Ένα μικρό ποσοστό ασθενών (5%) θα εμφανίσει σημεία που σχετίζονται με την συμπίεση του Οπτικού νεύρου (Δυσθυρεοειδική Οπτική Νευροπάθεια, DON) και οφείλεται στην αυξημένη μηχανική πίεση από τους οιδηματώδεις ιστούς, μέσα σε ένα μικρό άκαμπτο χώρο, όπως είναι η κορυφή του κόγχου. Τα σημεία αυτά είναι η μείωση της οπτικής οξύτητας, η διαταραχή της αντίληψης των χρωμάτων, η εμφάνιση σκοτωμάτων στο οπτικό πεδίο.

Θεραπεία
Η θεραπεία της Θυρεοειδικής Οφθαλμοπάθειας συνίσταται στη χορήγηση Κορτιζόνης. Ο τρόπος χορήγησης και η δοσολογία εξατομικεύονται ανάλογα με την περίπτωση. Στις σπάνιες περιπτώσεις που πρόκειται για συμπιεστική νευροπάθεια, μπορεί να χρειαστεί η επείγουσα χειρουργική αποσυμπίεση του οπτικού νεύρου. Σε δεύτερο χρόνο, μπορεί να διορθωθεί χειρουργικά η ανάσπαση του βλεφάρου, η διπλωπία και ο εξόφθαλμος.