Εκτρόπιο


Εδώ το βλέφαρο (συνήθως το κάτω) στρέφεται προς τα έξω, αποκαλύπτοντας τον εξέρυθρο επιπεφυκότα. Το κάτω βλεφάρο δεν έρχεται πια σε επαφή με την οφθαλμική επιφάνεια με αποτέλεσμα την έκθεση του κερατοειδή. Τα συμπτώματα που σχετίζονται με τη διαταραχή της οφθαλμικής επιφάνειας, είναι η συνεχής δακρύρροια, η ξηροφθαλμία, το αίσθημα ξένου σώματος, και ο πόνος. Τελικό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία ελκών του κερατοειδή, δηλαδή περιοχών όπου είναι πολύ λεπτός, και δυνητικά μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε οριστική απώλεια της όρασης.

Ο συχνότερος τύπος εκτροπίου προκαλείται λόγω εκφύλισης των ιστών σε προχωρημένη ηλικία. Η αιτιολογία είναι η απώλεια της ελαστικότητας των συνδέσμων, των μυών και του δέρματος του βλεφάρου, λόγω της διαδικασίας γήρανσης των ιστών. Άλλες, λιγότερο συχνές αιτίες μπορεί να είναι η ουλοποίηση του δέρματος του βλεφάρου (όπως μετά από κάποιο έγκαυμα), η παράλυση του προσωπικού νεύρου, και όγκοι της περιοχής των βλεφάρων.

 

Η αποκατάσταση του εκτρόπιου πραγματοποιείται χειρουργικά, υπό τοπική αναισθησία και ήπια μέθη. Η αποκατάσταση αφορά την επανατοποθέτηση των ιστών στη σωστή θέση και στη σωστή σχέση μεταξύ τους. Εάν πρόκειται για αρχόμενη βλάβη, το χειρουργείο είναι σχετικά γρήγορο, ενώ εάν το εκτρόπιο έχει εξελιχθεί μπορεί να απαιτείται πιο πολύπλοκη επέμβαση.

Εκτρόπιο, Θεοδώρα Τσιρούκη, Χειρουργός Οφθαλμίατρος

Σε περίπτωση που ο ασθενής βρίσκεται υπό αγωγή με αντιπηκτικά ή αντι-αιμοπεταλιακά φάρμακα, είναι καλύτερο να τα διακόψει για 7 ημέρες πριν το χειρουργείο, πάντα σε συνεννόηση με το θεράποντα ιατρό. Άλλα φάρμακα που μπορεί να επιτείνουν μια αιμορραγία είναι τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, τα οποία πρέπει ο ασθενής να αποφεύγει λίγες ημέρες προ της επέμβασης.

Όπως πάντα μετά από χειρουργεία των βλεφάρων, έτσι και στην περίπτωση αυτή δημιουργείται εκχύμωση και οίδημα στη χειρουργημένη περιοχή. Η εκχύμωση μπορεί να παραμείνει για 1-3 εβδομάδες και το οίδημα για 1-2 εβδομάδες. Ανεπιθύμητες καταστάσεις της επέμβασης, οι οποίες βέβαια δεν είναι συχνές, αποτελούν η επιμόλυνση της χειρουργημένης περιοχής, η υπερδιόρθωση ή υποδιόρθωση του εκτρόπιου, και η αλλεργική αντίδραση στα ράμματα.